Το θέμα της αυτοεκτίμησης και του “ύψους” της, είναι και πολύ παλιό και πολύ σημαντικό.
Από τη στιγμή που ανακαλύψαμε το πόσο σημαντική είναι η υγιής κι επαρκής αυτοεκτίμηση, έχουν γραφτεί κι ειπωθεί χιλιάδες γνώμες, έρευνες θεωρίες κλπ. Ο χρόνος περνάει, οι καιροί αλλάζουν κι οι συνθήκες και τα πλαίσια της ζωής μας γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα, τουλάχιστον ως προς το επιφανειακό κομμάτι.
Έτσι λοιπόν μπήκαν στη ζωή μας τα social media, τα οποία έκλεισαν επιτυχώς 10ετία πλήρους λειτουργίας και μεγάλης συμμετοχής των ανθρώπων σ’ αυτά. Από το 2007, που οι περισσότεροι από εμάς γνωρίσαμε τα social media (οι προχωρημένοι και μυημένοι τα γνώριζαν νωρίτερα), μετράμε πια 10 χρόνια, όπου πλέον, το να μην έχει κάποιος παρουσία σε κάποιο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι σπάνιο. Facebook, Twitter, Instagram, κλπ, λιγότερο ή περισσότερο δημοφιλείς και γνωστές πλατφόρμες, έχουν ενταχθεί πια στα εκ των ων ουκ άνευ της κοινωνικής ή επαγγελματικής μας παρουσίας.
Πολλά έχουν λεχθεί και για το θέμα των κοινωνικών δικτύων και των επιπτώσεών τους στην καθημερινότητά μας, νομίζω πως θ’ άξιζε να εστιαστεί κανείς και στο πώς αυτά αντανακλούν κι επηρεάζουν τη σχέση με τον εαυτό μας. Η ιδιαιτερότητα των social media, είναι ότι το μόνο που υπάρχει σ’ αυτά, είναι μια εικόνα μας, έτσι όπως εμείς τη δημιουργούμε. Πολλές φορές, η εικόνα που δημιουργούμε στα social media, έχει μικρή ή και καθόλου σχέση με την πραγματικότητά μας. Ως ακραία έκφανση αυτού, είναι τα ψεύτικα προφίλ, ή και τα προφίλ που μικρή σχέση έχουν με τη ρεαλιστική ζωή των ανθρώπων που κρύβονται πίσω από αυτά. Να σημειώσω πως δεν αναφέρομαι στα επί τούτου κακόβουλα φτιαγμένα προφίλ, που σκοπό έχουν την οικονομική ή την όποια άλλη εκμετάλλευση του κοινού. Το σημερινό μου θέμα, αφορά το μέσο χρήστη και την επίδραση που η κοινωνία των social media έχει στην αυτοεκτίμησή του.
Έχει φανεί πλέον και μέσα από επιστημονικές έρευνες, πως η κατάθλιψη ορισμένων ανθρώπων μπορεί να επιδεινωθεί μέσα από την παρουσία τους στα social media (Steers et al., 2015). Aυτό προκύπτει μέσα από τη συνεχή σύγκριση του εαυτού τους με τις ζωές των άλλων. Οι περισσότεροι χρήστες, προβάλλουν τις ευχάριστες στιγμές τους και τα επιτεύγματά τους, όπως π.χ. τα όμορφα μέρη που επισκέπτονται, τις βόλτες, τις διακοπές, τα μπαράκια κι εστιατόρια που διασκεδάζουν, καθώς και τους κεφάτους και λαμπερούς ανθρώπους που συναναστρέφονται. Όλοι μας θέλουμε να είμαστε η καλύτερη και πιο ελκυστική εκδοχή του εαυτού μας, κι έτσι να μας βλέπουν οι άλλοι. Ασχέτως του αν η εικόνα αυτή είναι πραγματική ή λιγότερο πραγματική. Θέλουμε να δείχνουμε στους άλλους πως είμαστε επιτυχημένοι και χαρούμενοι, γιατί θεωρούμε στίγμα κι αποτυχία να είμαστε σε δυσχερή θέση ή σε αδύναμη στιγμή. Κι όλα καλά, μέχρι το σημείο από το οποίο η εικόνα αυτή μας κάνει σκλάβους της και μας κυβερνάει. Βλέπουμε πως οι άλλοι «περνάνε τέλεια» και νιώθουμε πως κάτι πάει στραβά μ’ εμάς που είμαστε στις μαύρες μας, ή βιώνουμε δύσκολες ώρες, η απλά βαριόμαστε. Ζηλεύουμε που οι άλλοι έχουν επιτυχίες ενώ εμείς αντιμετωπίζουμε δυσκολίες. Εν ολίγοις, «αυτοί ζουν υπέροχες ζωές, ενώ εμείς δεν είμαστε άξιοι να ζήσουμε κάτι παρόμοιο».
Ο μεγάλος κίνδυνος που συχνά υπάρχει στα social media, είναι πως δίνουν πληροφορίες για τους ανθρώπους, τις οποίες δε θα είχαμε εκτός του χώρου αυτού. Αυτό μας δίνει περισσότερα ερεθίσματα για να συγκρινόμαστε μαζί τους. Επίσης, δεν μπορούμε να έχουμε έλεγχο της παρόρμησής μας για σύγκριση, γιατί δεν γνωρίζουμε τι πρόκειται να δημοσιεύσουν οι άλλοι. Επίσης, δεν λαμβάνουμε σοβαρά υπ’ όψην πως, ενώ οι άνθρωποι τείνουν να δημοσιεύουν τα ευχάριστα, τα θλιβερά ή δύσκολα γεγονότα, συνήθως αποσιωπώνται. Αν λοιπόν συγκρίνουμε τη ζωή μας με τις δικές τους ζωές, αυτό επιδεινώνει τα συναισθήματά μας για τη δική μας ζωή.
Πολλές φορές, οι άνθρωποι παραπονιούνται για τις ατυχίες και τις δυσκολίες τους και χρεώνουν στον εαυτό τους ανικανότητα, κακοτυχία, πολλές φορές και «κατάρα» που τους ακολουθεί, γιατί αυτοί πάσχουν και δυσκολεύονται, ενώ οι άλλοι τα καταφέρνουν και τα τακτοποιούν όλα μια χαρά. Κι αυτό βέβαια υπήρχε ανέκαθεν, αλλά πολλαπλασιάζεται κι επιδεινώνεται θεαματικά μέσα από τη σύγκριση του εαυτού μας στα social media. Έρευνες έχουν επίσης δείξει πως υπάρχει σημαντική συνάφεια ανάμεσα στις ώρες που αφιερώνουν οι άνθρωποι στα social media και στην κατάθλιψη. Το άσχημο καταθλιπτικό συναίσθημα όμως επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο, όταν οι άνθρωποι συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους άλλους.
Αξίζει να διευκρινιστεί εδώ, πως τα θέματα της χαμηλής αυτοεκτίμησης δεν δημιουργούνται εξ αιτίας των social media. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση καθώς κι οι συναισθηματικές διαταραχές, όπως είναι η κατάθλιψη, έχουν την απαρχή τους στην ποιότητα των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων μέσα στην οικογένεια καταγωγής του καθενός . Τα social media, είναι απλώς άλλος ένας χώρος, όπου μπορεί ο καθένας ν’ αναβιώσει και να τροφοδοτήσει το φαύλο κύκλο της χαμηλής αυτοεκτίμησης, με το να επιβεβαιώνει την απατηλή πεποίθησή του πως «είναι κατώτερος, ανεπαρκής, ανάξιος κι ανίκανος να έχει μια λαμπερή ζωή σαν των φίλων του στο Facebook.»
Την επόμενη φορά λοιπόν, που θα βρείτε τον εαυτό σας να αισθάνεται άσχημα που δεν ζει τις υπέροχες στιγμές που ζουν οι άλλοι, (στο Facebook), να θυμηθείτε, πως κανένα κατάστημα δεν δείχνει τις αποθήκες, τους ακατάστατους χώρους, το κατεστραμμένο ή ελλαττωματικό εμπόρευμα και τις συγκρούσεις των εργαζομένων. Το μόνο που βλέπει ο περαστικός είναι μια καλοφτιαγμένη κι όσο γίνεται πιο ελκυστική «βιτρίνα».
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Jenny.gr